ὑπάκουσαν

ὑπάκουσαν
ὑπά̱κουσαν , ὑπακούω
hearken
aor ind act 3rd pl (doric aeolic)
ὑπακούω
hearken
aor ind act 3rd pl (epic doric ionic aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Δαναός — Μυθολογικό πρόσωπο. Γενάρχης των Αργείων που έφυγε από την Αίγυπτο με τις πενήντα κόρες του (Δαναΐδες) για να αποφύγει τον γάμο τους με τους πενήντα γιους του αδελφού του, Αιγύπτου. Οι ανιψιοί του όμως τον ακολούθησαν στο Άργος και τον ανάγκασαν… …   Dictionary of Greek

  • Ποτίδαια — Αρχαία πόλη της Χαλκιδικής, αποικία των Κορινθίων. Χτίστηκε περίπου το 600 π.Χ., σχετίστηκε με τις αφορμές του Πελοποννησιακού πολέμου, την κατέστρεψε ο Φίλιππος το 356 π.Χ. και την ξανάχτισε ο Κάσσανδρος το 316 π.Χ. με την ονομασία Κασσάνδρεια.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”